Πολιτική

Κώστας Καραμανλής: «Εύλογες και υπαρκτές οι ανησυχίες για τα εθνικά θέματα»

Πυρά εξαπέλυσε ο Κώστας Καραμανλής για τη διαχείριση των ελληνοτουρκικών, ενώ εξέφρασε την ανησυχία του για τα εθνικά ζητήματα που απασχολούν τη χώρα.

 

Παρέμβαση από τη Θεσσαλονίκη πραγματοποίησε ο πρώην πρωθυπουργός, Κώστας Καραμανλής, ο οποίος αναφέρθηκε στα ελληνοτουρκικά. Η τοποθέτησή του έγινε στα πλαίσια της παρουσίασης βιβλίου του Βαγγέλη Πλάκα, «Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και η Θεσσαλονίκη».

«Θέλω να υπογραμμίσω, οι προβληματισμοί και ανησυχίες που εκφράζονται για τα εθνικά μας θέματα είναι εύλογες και υπαρκτές. Τους δημιουργεί άλλωστε η επιθετικότητα και ο αυξανόμενος αναθεωρητισμός της Τουρκίας. Η ανάδειξή τους στην ουσία ενισχύει τις πάγιες εθνικές μας θέσεις, ιδίως όταν εκφράζονται από υπεύθυνα χείλη», τόνισε ο Κώστας Καραμανλής.

Ο ίδιος πρόσθεσε δε, ότι «είναι λάθος να αντιμετωπίζονται ως επικριτικές, εφόσον μάλιστα η χώρα παραμένει προσηλωμένη στην εθνική γραμμή».

Το σχόλιο του πρώην πρωθυπουργού έρχεται λίγες μόλις μέρες μετά τη δήλωση του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος είχε εκφράσει την ανησυχία του για τους χειρισμούς της κυβέρνησης ως προς τα εθνικά θέματα.

Αναλυτικά όσα είπε ο Κώστας Καραμανλής

«Θέλω καταρχάς να συγχαρώ τον Βαγγέλη Πλάκα, γνωστό και έγκριτο δημοσιογράφο, για την έμπνευση και την συγγραφή του βιβλίου του: «O Κωνσταντίνος Καραμανλής και η Θεσσαλονίκη». Με επιμέλεια συγκέντρωσε ντοκουμέντα, αρχειακό υλικό και προσωπικές μαρτυρίες για την σχέση ζωής του Κωνσταντίνου Καραμανλή με την Θεσσαλονίκη, αναδεικνύοντας το πολύμορφο έργο του και το αδιάλειπτο ενδιαφέρον του για την πόλη και την Βόρεια Ελλάδα γενικότερα.

Δεν θα απαριθμήσω τα έργα αυτά γιατί και σχεδόν αναρίθμητα είναι αλλά και τα περιέγραψαν επιτυχώς οι ομιλητές που προηγήθηκαν. Θέλω όμως να υπογραμμίσω την ιδιαίτερη σχέση που είχε ο Κωνσταντίνος Καραμανλή με την Θεσσαλονίκη. Σχέση ζωής και προοπτικής.

Μακεδόνας ο ίδιος είχε αντιληφθεί από τα νεανικά του χρόνια την στρατηγική σημασία της περιοχής για το μέλλον της Ελλάδος, του ρόλο της στα Βαλκάνια και την Νοτιοανατολική Ευρώπη, την σημασία της για την διασφάλιση των εθνικών συμφερόντων. Καταλάβαινε ότι το αποτύπωμα της υπερέβαινε κατά πολύ τις διαστάσεις ενός συνηθισμένου αστικού συγκροτήματος. Ότι είχε ειδικό γεωπολιτικό βάρος, εθνική υπεραξία, νευραλγικός κόμβος οικονομικός, εμπορικός, μεταφορικός, πολιτιστικός. Μια μητρόπολη δηλαδή με πλατιά ενδοχώρα και δυνητική επιρροή, καίριο σταυροδρόμι Ανατολής – Δύσης, Βορρά – Νότου. Γι’ αυτό την προίκισε όχι μόνο με εμβληματικά κτίρια, σαν αυτό της ΕΜΣ που βρισκόμαστε σήμερα, αλλά με θεμελιώδη έργα υποδομής και ισχυρούς θεσμούς. Με απλά λόγια μετέτρεψε μια βαλκανική πόλη σε σύγχρονη Ευρωπαϊκή μεγαλούπολη.

Μόνο για μια προτεραιότητα θα κάνω μια ειδική αναφορά. Αναφέρομαι στην στήριξη, την παρότρυνση, την χρηματοδότηση που παρέσχε στον Μανώλη Ανδρόνικο να επιτελέσει το ανεκτίμητο έργο του με τις ανασκαφές στην Βεργίνα και τον απίστευτο πλούτο ευρημάτων που ανακάλυψε. Με την τεράστια σημασία τους. Γιατί η Βεργίνα, και οι Αιγές, το Δίον, σήμερα η Αμφίπολη είναι η αμάχητη απόδειξη ότι ο πολιτισμός της αρχαίας Μακεδονίας είναι μόνο Ελληνικός!!!

Πέραν όμως της στρατηγικής σημασίας που της απέδιδε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε και βαθιά αγάπη για την πόλη. Γνωρίζοντας από πρώτο χέρι τα δεινά της Μακεδονίας σε όλη την διάρκεια του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα, αισθανόταν για την Θεσσαλονίκη και την Μακεδονία μια ιδιαίτερη ευαισθησία, οικειότητα και προστατευτικότητα. Δεν είναι υπερβολή ότι όταν έφθανε στην Θεσσαλονίκη άνοιγε η καρδιά του. Ακόμα και το γνωστό δωρικό αυστηρό του ύφος μαλάκωνε, γινόταν πιο αυθόρμητος, εκδηλωτικός, προσηνής. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότερες από τις στενές προσωπικές του σχέσεις ήταν με ανθρώπους της πόλης. Λίγοι βρέθηκαν τόσο κοντά του όσο ο Νίκος Ζαρντινίδης και ο Νίκος Μάρτης, ο Αγαμέμνων Γκράτσιος και ο Νίκος Μέρτζος, ο Απόστολος Αηδονάς παλιότερα, ο παριστάμενος Φαίδων Γιαγκιόζης πιο πρόσφατα.

Κυρίες και Κύριοι,

Πέραν όμως της Θεσσαλονίκης, τα μεγαλύτερα επιτεύγματα του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν η εντυπωσιακή οικονομική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη της χώρας, η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή οικογένεια και η αποκατάσταση και εδραίωση της Δημοκρατίας. Με αφορμή τα πενήντα χρόνια από την μεταπολίτευση του 1974 σε αυτή την πτυχή του έργου του θα παραθέσω κάποιες σύντομες σκέψεις.

Το ότι από τις 23 Ιουλίου του 74 μέσα σε 4 μήνες είχε αποκατασταθεί το δημοκρατικό πολίτευμα, είχαν γίνει εκλογές, είχε επιλυθεί το πολιτειακό και σε 5 μήνες ακόμα η χώρα είχε αποκτήσει σύγχρονο Σύνταγμα που στις βασικές του προβλέψεις ισχύει μέχρι σήμερα, μας φαίνονται σήμερα φυσιολογικά δεδομένα. Δεν ήταν όμως έτσι. Αυτό που πέτυχε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν κάτι μοναδικό. Από την κατάρρευση του δικτατορικού καθεστώτος και το χάος, σε ελάχιστο χρόνο μια εύρυθμα λειτουργούσα κοινοβουλευτική δημοκρατία. Αλλά και από την νοσηρή ατμόσφαιρα ακραίας οξύτητας των προδικτατορικών χρόνων σε μια δημοκρατία με πολιτισμένο διάλογο, σεβασμό στους θεσμούς, ήρεμο πολιτικό κλίμα.

Είναι αληθές ότι η συντριπτική πλειοψηφία και των πολιτών και των πολιτικών δυνάμεων επέδειξαν αξιοσημείωτη ωριμότητα και διάθεση να συμβάλλουν στην πολιτική ομαλότητα, αυτό όμως δεν αλλοιώνει τον καθοριστικό πρωταγωνιστικό ρόλο του Κωνσταντίνου Καραμανλή.

Κυρίες και Κύριοι,

Βιώνουμε μισό αιώνα δημοκρατικού βίου και το εκλαμβάνουμε ως δεδομένο. Δεν είναι όμως. Η πολιτική μας ιστορία μέχρι το 74 είναι ταραχώδης και ανώμαλη. Πραξικοπήματα και επαναστάσεις, ευθείες ή κεκαλυμμένες παρεμβάσεις του στρατού, διχασμοί και εμφύλιοι πόλεμοι, δικτατορίες και αμφιλεγόμενα δημοψηφίσματα ήταν ο κανόνας! Και μάλιστα με φόντο την ακραία οξύτητα, τις βαριές αλληλοκατηγορίες ακόμα και εκτελέσεις πολιτικών αντιπάλων με προφανή σκοπιμότητα. Με άλλα λόγια πολιτικός βίος ασταθής, άρρωστος και αναξιόπιστος. Υπό αυτή την οπτική γωνία το επίτευγμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία. Δεν αποκατέστησε μόνο την δημοκρατία, της έδωσε γερά θεμέλια, την εγκαθίδρυσε με τρόπο που διασφάλισε την μακρόπνοη λειτουργία της. Για να το επιτύχει αυτό, στηρίχθηκε σε ορισμένες βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις που είναι πολύτιμες παρακαταθήκες για κάθε εποχή.

Πρώτον, ότι βασική προϋπόθεση της δημοκρατίας και της ομαλής λειτουργίας της είναι η κοινωνική δικαιοσύνη και συνοχή. Παραθέτω τα λόγια του: «όταν ένας λαός δεν μπορεί να επιτύχει την κοινωνική δικαιοσύνη στα πλαίσια της δημοκρατίας, κλονίζεται η εμπιστοσύνη του στην ιδέα της Δημοκρατίας». Ή όπως έλεγε ο Πλούταρχος «η ανισορροπία μεταξύ πλουσίων και φτωχών, είναι η αρχαιότερη και πιο μοιραία ασθένεια κάθε δημοκρατίας».

Δεύτερον, ο σεβασμός στους θεσμούς και την διάκριση των εξουσιών. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι ελευθερίες των πολιτών, οι περιορισμοί της κρατικής παρέμβασης, οι διακριτοί ρόλοι κάθε εξουσίας, η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, η ασφάλεια του πολίτη είναι εξ ίσου σημαντικές προτεραιότητες. Δημοκρατία δεν είναι μόνο το δικαίωμα ψήφου και οι εκλογές. Είναι και, πρωτίστως ίσως, ο σεβασμός στους νόμους και τους κανόνες του παιχνιδιού.

Τρίτον, το ήρεμο πολιτικό κλίμα και τα ήπια πολιτικά ήθη. Η δημοκρατία δεν ανθεί εκεί όπου τον πρώτο λόγο έχουν οι ύβρεις, οι προσωπικές διαμάχες, οι άκρατοι κομματικοί ανταγωνισμοί, η διχόνοια και ο διχασμός. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, σε αντίθεση με πολλούς προκατόχους του, ούτε κατέλυσε ποτέ το πολίτευμα, ούτε απόπειρες κινημάτων έκανε, ούτε δίχασε τους Έλληνες. Ακόμα και έναντι των πολιτικών του αντιπάλων υπήρξε αυστηρός μεν, αλλά πάντα ευπρεπής και με σεβασμό στην άλλη άποψη.

Παρ΄ ότι συκοφαντήθηκε, λοιδορήθηκε, εξυβρίσθη όσο λίγοι, ο ίδιος δεν ανήγαγε ποτέ την πολιτική διαφωνία σε προσωπική αντιπαράθεση. Αυτή η ανωτερότητα και ποιοτική υπεροχή στην δημόσια, και όχι μόνο, συμπεριφορά του επενεργούσε υποδειγματικά και παιδαγωγικά σε όλο τον δημόσιο βίο προς όφελος του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Κυρίες και Κύριοι,

Οι παρακαταθήκες αυτές του Κωνσταντίνου Καραμανλή έχουν ξεχωριστή σημασία και σήμερα. Διότι μπορεί πράγματι το δημοκρατικό πολίτευμα να είναι στέρεα εδραιωμένο στην χώρα μας, μπορεί πράγματι να έχει αυξηθεί σημαντικά ανά τον κόσμο ο αριθμός των χωρών με δημοκρατικό καθεστώς, όμως κίνδυνοι για την δημοκρατία και κυρίως την ποιότητά της ελλοχεύουν και πρέπει να αντιμετωπιστούν με αποτελεσματικότητα προτού προξενήσουν ανεπανόρθωτες βλάβες.

Η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, η περιθωριοποίηση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού ωθεί αυξανόμενο αριθμό πολιτών στην αποχή και άρνηση της πολιτικής διαδικασίας. Ακόμα χειρότερα στα μάτια πολλών το σύστημα έχει απολέσει την νομιμοποίησή του. Μεταβάλλονται είτε σε «φυγάδες της πολιτικής» δηλαδή απορρίπτουν την συμμετοχή τους στα κοινά, είτε σε «πολιτικούς νομάδες» εγκαταλείποντας ιστορικά κόμματα και στρέφονται σε πιο ακραίες φωνές και σχήματα. Η δε δυσαρέσκεια και απογοήτευσή τους οδηγεί και τον δημόσιο βίο σε όλο και μεγαλύτερη οξύτητα, επιθετικότητα, λεκτική και όχι μόνο βία, τραυματίζοντας και με αυτόν τον τρόπο την σταθερότητα και την δημοκρατική διαδικασία. Τα όσα συμβαίνουν στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και στην διάρκεια της προεκλογικής περιόδου στις ΗΠΑ, επιβεβαιώνουν τις ανησυχίες αυτές. Είναι κατεπείγουσα ανάγκη η Δύση να διαμορφώσει ένα νέο κοινωνικό – οικονομικό μοντέλο που θα απαντά στις αγωνίες, τα αδιέξοδα, τον αποκλεισμό που αισθάνονται ιδίως οι λιγότερο ευνοημένοι πολίτες.

Κανένα πολιτικό σύστημα, ακόμα και η κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν μπορεί να επιβιώσει επί μακρόν, αν δεν έχει ισχυρή νομιμοποίηση και αξιοπιστία στα μάτια της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών. Και ρίχνουν λάδι στην φωτιά όσοι υπεροπτικά και αλαζονικά υποτιμούν τους δυσαρεστημένους και διαμαρτυρόμενους πολίτες ως οπισθοδρομικούς, ψεκασμένους ή εξτρεμιστές.

Είναι σοκαριστική η αποκάλυψη σε πρόσφατη έρευνα της κοινής γνώμης, το 50% των ερωτηθέντων να δηλώνουν ότι αισθάνονται «εκτός των τειχών» εκτός κοινωνίας δηλαδή, αποκλεισμένοι και απροστάτευτοι. Το ογκούμενο χάσμα μεταξύ λίγων εχόντων και πολλών μη εχόντων είναι βόμβα στα θεμέλια της δημοκρατικής ομαλότητας και σταθερότητας και μάλιστα όχι βραδυφλεγής.

Εξ ίσου σοβαρό θέμα είναι η αυξανόμενη έλλειψη σεβασμού στους θεσμούς. Η ανομία, η κάθε μορφής εγκληματικότητα, από την παιδική βία και τον χουλιγκανισμό ως τη δράση του οργανωμένου εγκλήματος δείχνουν καθαρά ότι η νομιμότητα αμφισβητείται όλο και περισσότερο. Το ίδιο συμβαίνει με την δικαιοσύνη. Πλανάται σε πολλές ευρωπαϊκές κοινωνίες μια αίσθηση μεροληψίας προς τους ισχυρούς, και αυστηρότητας προς τους αδύναμους. Ακόμα και κράτη μέλη της ΕΕ μπαίνουν στον πειρασμό να χειραγωγήσουν την δικαιοσύνη. Θα έπρεπε να είναι αδιανόητο κι όμως συμβαίνει. Η καθυστέρηση στην απόδοση δικαιοσύνης οξύνει την κατάσταση ακόμα περισσότερο. Αν όμως οι πολλοί δεν εμπιστεύονται την δικαιοσύνη, ναρκοθετείται το δημοκρατικό πολίτευμα. Η πίστη στην δικαιοσύνη είναι θεμελιώδης προϋπόθεση για την λειτουργία της δημοκρατίας. Όπως έλεγε ο Αλέξανδρος Χάμιλτον, ένας εκ των ιδρυτών πατέρων των ΗΠΑ «Πιστεύω ότι το πρώτιστο καθήκον της κοινωνίας είναι η δικαιοσύνη».

Κυρίες και Κύριοι,

Καίριας σημασίας ζήτημα για την ποιότητα της δημοκρατίας είναι η έγκυρη, ακριβής και αμερόληπτη ενημέρωση. Είναι αναγκαίος όρος για την ελεύθερη επιλογή, η οποία υπονομεύεται όταν η πληροφόρηση, με ή χωρίς εισαγωγικά, εξυπηρετεί σκοπιμότητες ή επί μέρους συμφέροντα. Οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις στο πεδίο της επικοινωνίας και ενημέρωσης, οι ασύλληπτες δυνατότητες του Διαδικτύου, αλλά και οι κίνδυνοι αποπροσανατολισμού, επιλεκτικής ενημέρωσης, παραπληροφόρησης και μαζικής διασποράς fake news καθιστούν το θέμα μια από τις προκλήσεις της εποχής μας. Ευκρινές παράδειγμα των ημερών μας, οι πολεμικές συγκρούσεις στην Ουκρανία και την Μέση Ανατολή. Πέρα από τα θύματα και τις καταστροφές, αναδεικνύεται ο τεράστιος ρόλος της σύγχρονης προπαγάνδας. Και αν για τα αυταρχικά καθεστώτα αυτό ήταν συνήθης πρακτική ανά τους αιώνες, βλέπουμε και την δημοκρατική Δύση να τα ανταγωνίζεται επάξια, τραυματίζοντας όμως το μεγαλύτερο πλεονέκτημά της, την ποιοτική και ηθική υπεροχή που εξ ορισμού πρέπει να έχει μια ελεύθερη δημοκρατική πολιτεία. Το τελευταίο το επισημαίνω, καθώς τείνει να γίνει κανόνας η προπαγάνδα της στοχοποίησης και κατασυκοφάντησης όσων δεν ταυτίζονται με το εκάστοτε κυρίαρχο αφήγημά της. Στην αντιδημοκρατική λογική του «όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εχθρός».

Κυρίες και Κύριοι,

Θα κλείσω με δυο επισημάνσεις. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής σε όλη την μακρά διαδρομή του στον δημόσιο βίο υπερασπίστηκε και στήριξε όσο λίγοι τα εθνικά συμφέροντα. Με ρεαλισμό, χωρίς μεγαλοστομίες, αλλά με στρατηγικό στόχο και συγκεκριμένες δράσεις. Άλλωστε η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή οικογένεια είναι η κορυφαία πράξη προώθησης του εθνικού συμφέροντος. Το ίδιο έπραξε πάντα και έναντι της Τουρκίας. Ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας, αλλά με σταθερές θέσεις, πάντοτε διατυπωμένες με απόλυτη διαύγεια. Ο ισχυρισμός ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν έτοιμος να μπει σε εφ όλης της ύλης διαπραγμάτευση με την Τουρκία όπως ακούγεται από κάποιες πλευρές τελευταία, δεν ευσταθεί. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πίστευε ότι η μόνη διαφορά με την Τουρκία, η οριοθέτηση δηλαδή της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο θα έπρεπε να επιλυθεί σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και τις διεθνείς συνθήκες, αν χρειαστεί και με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης βάσει συνυποσχετικού. Και ήταν η Τουρκία που υπαναχώρησε τότε. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια. Με άλλα λόγια ο υπαινιγμός ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θα ήταν διατεθειμένος να συζητήσει επί θεμάτων που μονομερώς και αυθαίρετα επιχειρεί να προσθέτει διαχρονικά η Τουρκία στην ατζέντα είναι ανακριβής, έωλος και ίσως εκ του πονηρού.

Τέλος, θέλω να υπογραμμίσω, οι προβληματισμοί και ανησυχίες που εκφράζονται για τα εθνικά μας θέματα είναι εύλογες και υπαρκτές. Τους δημιουργεί άλλωστε η επιθετικότητα και ο αυξανόμενος αναθεωρητισμός της Τουρκίας. Η ανάδειξή τους στην ουσία ενισχύει τις πάγιες εθνικές μας θέσεις, ιδίως όταν εκφράζονται από υπεύθυνα χείλη. Είναι λάθος να αντιμετωπίζονται ως επικριτικές, εφ όσον μάλιστα η χώρα παραμένει προσηλωμένη στην εθνική γραμμή».

 

Πηγή: https://www.tovima.gr/